Πώς τόσο δακρυγόνο τρύπωσε στα ματάκια μας;

Γεννιέσαι
σε μια πόλη που σφύζει από φτώχεια και νιότη
Μα
Σφύζει από ανθρώπινους αστακούς
που οι δαγκάνες τους τρώνε όσα οράματα
έφτιαξε το παιδικό σου μυαλό
ένα βράδυ που οι νότες του τζουρά
ελπιδοφόρες έφτιαξαν στιγμές
στο σκοτεινό το χρόνο
-Σεπτέμβρης ήταν-
Και λες
Πώς τόση απόγνωση χωράει στα μικρά μας χαμόγελα;
Πώς τόσο δακρυγόνο τρύπωσε στα ματάκια μας;
Πώς κλαίμε δίχως να μας πουν ποιος είναι του ανθρώπου ο πόνος;
Ίσως
Όταν γονάτισες να κλάψεις
-κάπου ανάμεσα στα δάκρυα, κρυφά
πίσω απ' τα μάτια-
να οραματίστηκες ξανά τα μονοπάτια
Όχι
Ολόκληρες λεωφόρους
να περπατήσετε συντροφικά
πιασμένοι μια αλυσίδα
τείχη γκρεμίζοντας, βουνά
Γιατί
Τι αξία έχει να μεγαλώνεις
όταν αυτός ο πλούτος των χεριών σου
των κλειστών ματιών σου
γίνεται αδηφάγων μπουκιά...

του Δημήτρη Χ.

(στην εικόνα: Δυο μικρά κορίτσια καθισμένα στα γρασίδια, κλαίγοντας από τα δακρυγόνα που έπεσαν κατά τη διάρκεια της δολοφονικής επίθεσης της αστυνομίας στη συναυλία του Θανάση Παπακωνσταντίνου στη φιλοσοφική του ΑΠΘ, την Παρασκευή 16/9.)

Σχόλια